Του Παύλου-Σωκράτη Παυλίδη
Οταν κανείς διηγείται γεγονότα που συνέβησαν πριν από πολλές δεκαετίες και τα οποία τα καταγράφει σε κάποιο βιβλίο ως “ιστορικές μνήμες” συνήθως του διαφεύγουν κάποια γεγονότα, εξίσου σημαντικά μ’ αυτά που περιγράφει.
Ετσι και στο βιβλίο μου “ΚΑΙ ΔΙΗΓΩΝΤΑΣ ΤΑ ΝΑ ΚΛΑΙΣ” και στο κεφάλαιο που αναφέρω για τα γεγονότα που συνέβησαν στην περιοχή Κιλκίς στις 4 Νοεμβρίου 1944, μου διέφυγε να αναφέρω ένα γεγονός που έχει και αυτό τη δική του θέση ανάμεσα στα τραγικά γεγονότα της εποχής εκείνης:
Στο χωριό μου Ροδώνα Κιλκίς, πολλοί κάτοικοι κατά τη διάρκεια της κατοχής πήραν τα όπλα και κατετάγησαν σε αντιστασιακές ομάδες, άλλοι με το μέρος του Ε.Δ.Ε.Σ. και άλλοι έγιναν ΕΛΑΣίτες.
Ο γιος του παπά του χωριού μας, του Παπαγιάννη Ηλιάδη, ασπάστηκε την αριστερή ιδεολογία και έγινε στέλεχος του Ε.Λ.Α.Σ. Στις αρχές Νοεμβρίου του 1944 κυριαρχούσε στην περιοχή μας ο Ε.Λ.Α.Σ. Τότε αυτός βρήκε την ευκαιρία να εκδικηθεί αυτούς που είχαν στρατευτεί με την αντιστασιακή ομάδα του Π.Α.Ο (ΕΔΕΣ) και έκαψε τα σπίτια τους.
Εκαψε το σπίτι του Στέφανου Παπαδόπουλου, του Ιωάννη Παπαδόπουλου, της χήρας Μαγδαληνής Παπαδοπούλου, του Γέρου Γιώργη Παπαδόπουλου, του Γερβάσιου Παπαδόπουλου. Ηταν μία νύχτα τρομερή για το χωριό. Ολες οι γειτονιές γέμισαν καπνό και οι φλόγες έφταναν στον ουρανό. Και δεν έφτανε μόνο αυτό, άρπαξαν καμμιά δεκαριά νέους του χωριού και τους οδήγησαν στο Καβαλάρι και τους έσφαξαν μαζί με δεκάδες άλλους νέους που είχαν συγκεντρώσει από την γύρω περιοχή, συνολικά 180 άτομα.
Οταν όμως γύρισε στο χωριό, ο πατέρας του Παπαγιάννης τον επέπληξε σε αυστηρό ύφος και του είπε: “Είναι καλό να σου κάψουν το δικό σου σπίτι; Τί σου έφταιξαν τα σπίτια των ανθρώπων αυτών; Ντρέπομαι να βγω στην κοινωνία, που έχω τέτοιο γιο”.
Η πανέμορφη αυτή εκκλησία είναι ο Αγιος Παντελεήμων στο χωριό Καβαλάρης, της παλιάς κοινότητας Μουριές Κιλκίς.
Σ’ αυτό το ιερό οδήγησε τους συγχωριανούς του ο Χαράλαμπος Ηλιάδης με τη συμμορία του, που ήταν ενταγμένοι στον Ε.Λ.Α.Σ. Εκεί στριμώχτηκαν με άλλους, περίπου διακόσιους που συνέλαβαν από τα γύρω χωριά ως αντιδράστες. Οι περισσότεροι ήταν έφηβοι και μεσήλικες. Μέσα στον ιερό χώρο της εκκλησίας έμειναν δύο-τρία μερόνυχτα χωρίς φαγητό και νερό, με ισχυρή φύλαξη Ε.Λ.Α.Σιτών. Δεν τους άφηναν να βγουν έξω, ούτε για τις σωματικές ανάγκες τους.
Κάθε τόσο, έπαιρναν 20-30 μαζί και τους οδηγούσαν στις γύρω ρεματιές και τους εκτελούσαν.
Γέμισαν τα πλατανοφυτεμένα ρυάκια και οι χλοερές φτέρες με πτώματα.
Οταν αργότερα έγινε η ανίχνευση της περιοχής, βρήκανε και πτώματα ακέφαλα, πράγμα που σημαίνει ότι τους εκτελούσαν με αποκεφαλισμό και μάλιστα με πριονωτό εργαλείο. Αυτά είναι τα ειδεχθή εγκλήματα που άφησε πίσω της η εποχή εκείνη.
Αυτά θυμάμαι κάθε νύχτα και δεν με πιάνει ο ύπνος, αν και έχουν περάσει πολλές δεκαετίες από τότε.
Οταν τελείωσαν τα αποτρόπαια εγκλήματά τους οι αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ (ο απελευθερωτικός Στρατός) και άδειασαν την εκκλησία από τους αντιδραστικούς αλλά φιλήσυχους χωριάτες, οι γυναίκες του χωριού μαζεύτηκαν να καθαρίσουν την εκκλησία.
Μερικές, βλέποντας το δάπεδο της εκκλησίας σε ελεεινή κατάσταση, είπαν με στόμφο στις άλλες: “Αυτοί οι άνθρωποι χριστιανοί ήταν; Και βρόμισαν την εκκλησία;” Κάποιες άλλες θέλησαν να απαντήσουν: “Και γιατί τους έφεραν στην εκκλησία και δεν τους άφηναν για τις σωματικές τους ανάγκες να βγουν έξω; Τόσες αχυρώνες είναι άδειες! Ας τους πήγαιναν εκεί!” 
Αλλά που τολμούσαν να μιλήσουν!!! Θα τις έστελναν την άλλη μέρα να κάνουν παρέα με τους σκοτωμένους.
Αυτή... η αντίσταση του “απελευθερωτικού Στρατού” ΕΛΑΣ εναντίον του Γερμανικού Στρατού Κατοχής.
Πριν λίγο καιρό, δύο νεαρές κυρίες με πλησίασαν και μου είπαν: “Δεν έπρεπε να γράψετε αυτό το βιβλίο”.
Κι εγώ τις απάντησα: “Εάν δεν γίνονταν αυτά τα φοβερά εγκλήματα, Ελληνες εναντίον Ελλήνων, δεν θα έγραφα ούτε μία λέξη”.